Κάρολ Μπέκερ: «Κομμάτι της ζωής μου το να επιστρέφω στην Ελλάδα»
Την πρώτη φορά που έκανα αίτηση για υποτροφία Fulbright στην Ελλάδα, απορρίφθηκα. «Θα σκεφτόσασταν να πάτε στην Πολωνία; Το κρέας δεν μοιράζεται πια με το δελτίο. Θα ήταν ιδανική περίοδος να πάτε», μου είπε η εκπρόσωπος του ιδρύματος. Καθώς μιλούσαμε, αγνάντευα από το παράθυρό μου το Σικάγο. Ήταν μια μέρα του Ιανουαρίου με χαλάζι και, παρότι τα μισά μου γονίδια είναι πολωνικά, μπορώ να πω με πάσα ειλικρίνεια πως η συγκεκριμένη δεν ήταν δελεαστική προσφορά. Εκτός από το Αιγαίο και τη Μεσόγειο, με απασχολούσε επίσης η έρευνα των Ελληνίδων ποιητριών. Έπρεπε να βρεθώ στην Ελλάδα. Την επόμενη φορά που έκανα αίτηση, έλαβα το τηλεφώνημα που περίμενα, αν και όχι για την Αθήνα, που είχα ορίσει ως την πρώτη μου επιλογή, αλλά για την Κέρκυρα – ένα όνειρο που δεν το είχα φανταστεί.
Κι έτσι το 1989 έγινα η πρώτη υπότροφος του Ιδρύματος Fulbright που δίδαξε στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο της Κέρκυρας. Μια κρύα νύχτα του χειμώνα, προσγειώθηκα στο αεροδρόμιο της Κέρκυρας, περιμένοντας να με υποδεχθεί ο πρόεδρος του Τμήματος Ξένων Γλωσσών, Μετάφρασης και Διερμηνείας, συνοδευόμενος από άλλα μέλη του διδακτικού προσωπικού. Αλλά φαίνεται ότι δεν περίμεναν κάποια σαν κι εμένα, αφού, όπως αποδείχθηκε, το γκρουπ είχε περάσει από μπροστά μου περισσότερες από μία φορές. Όταν επιτέλους συστηθήκαμε, ο πρόεδρος μου εξήγησε ότι δεν με αναγνώρισε ανάμεσα στο πλήθος, επειδή περίμενε να δει «μια Αμερικάνα», εννοώντας «κάποια ντυμένη σε παστέλ αποχρώσεις, που δεν ήταν σίγουρη αν η Κέρκυρα ήταν μέρος της Ιταλίας ή της Ελλάδας».
Το άτομο που συνάντησε εκείνο το βράδυ στο αεροδρόμιο ήταν μια Νεοϋορκέζα που ζούσε εκείνη την εποχή στο Σικάγο και που με το μαύρο της παλτό, αγορασμένο σε μια κρύα Αθήνα, την έκανε να μην ξεχωρίζει καθόλου από τους Έλληνες που είχαν κατέβει από το αεροπλάνο. Ήξερα και λίγα πράγματα για την Κέρκυρα, έχοντας περάσει μερικές εβδομάδες εκεί το 1967, όταν μπορούσες ακόμα να δεις δελφίνια να ξεπηδούν από το Ιόνιο πέλαγος.
Την πρώτη μου μέρα στο πανεπιστήμιο, ανακάλυψα πως ήμουν ήδη «περιβόητη»! Είχα στείλει τόσο πολλά άρθρα να φωτοτυπηθούν για τους φοιτητές και τις φοιτήτριές μου (εκείνη την εποχή ήταν ο μόνος τρόπος να φτιάξεις ένα πακέτο εκπαιδευτικού υλικού), που ο καημένος ο κύριος που δούλευε το φωτοτυπικό γκρίνιαζε ήδη για βδομάδες.
Η σχέση με τους φοιτητές
Την εποχή εκείνη προσέφερα δύο σεμινάρια: το ένα ήταν πάνω στην αμερικανική πολιτισμική ιστορία και το άλλο στην αμερικανική λογοτεχνία του 19ου αιώνα. Ήθελα να δώσω στα παιδιά που θα παρακολουθούσαν την πολιτισμική ιστορία μια αίσθηση της πολυπλοκότητας της αμερικανικής κοινωνίας, κι έτσι είχα στείλει πολλά άρθρα πριν από την άφιξή μου: πρωτότυπα έγγραφα της Ku Klux Klan, λεσβιακή ποίηση των Τσικάνος, αποσπάσματα από κείμενα του Frederick Douglass κ.ά.
Τα παιδιά που σπούδαζαν μετάφραση ήταν εκπληκτικά έξυπνα, γνώριζαν πολύ καλά αγγλικά, αλλά και άλλες ξένες γλώσσες. Για να διασκεδάσουν, έπαιρναν συχνά μια παράγραφο στα αρχαία, τη μετέφραζαν στα νέα ελληνικά, ύστερα στα γαλλικά ή στα ισπανικά, ή σε κάποια άλλη γλώσσα. Εκείνη τη χρονιά εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο («Αόρατο δράμα – Οι γυναίκες μπροστά στο άγχος της αλλαγής») στα ολλανδικά και λίγο αργότερα στα ελληνικά, μεταφρασμένο από έναν φοιτητή και μια φοιτήτριά μου.
Είχα εκπλαγεί που δεν έρχονταν όλοι οι εγγεγραμμένοι στο μάθημα, αλλά τουλάχιστον πλησίαζαν το κτίριο και με χαιρετούσαν καθώς περνούσα τα καφέ στο Λιστόν, καθ’ οδόν προς το πανεπιστήμιο: «Γεια σας, κυρία Μπέκερ!» μου φώναζαν, χωρίς ενοχές ή εξηγήσεις. Οι καλύτεροι φοιτητές και φοιτήτριες που δίδαξα στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο ήταν κάποιοι από τους πιο σκεπτόμενους φοιτητές που δίδαξα ποτέ, και στη συνέχεια έγιναν επιτυχημένοι μεταφραστές και συγγραφείς. Ζούσα έξω από την πόλη της Κέρκυρας, σ’ ένα χωριό που το έλεγαν Άγιο Ιωάννη, στην πλαγιά ενός βουνού, και η ζωή του χωριού με είχε απορροφήσει. Αγόρασα ένα μικρό Fiat από έναν φίλο του σπιτονοικοκύρη μου, του Λάζαρου, επισκέφτηκα τους Παξούς και τους Αντίπαξους κι έκανα κάμποσα ταξίδια στην Αθήνα και στην Ευρώπη. Ξεπάγιασα στην υγρασία του χειμώνα και προσαρμόστηκα σε απεργίες των τραπεζών, των λεωφορείων, των ταχυδρομείων, των πλοίων και της ΔΕΗ. Απολάμβανα την άνοιξη, όταν άσπρα λουλουδάκια ξεφύτρωναν μέσα από τα μαύρα λιόπανα και το πράσινο ήταν παντού. Κι όλο τον καιρό πάλευα να μάθω ελληνικά. Έκανα επίσης φιλίες που συνεχίζονται και σήμερα.
Η ζωντάνια της Ελλάδας
«Η Ελλάδα είναι η ερωτική σχέση που είχε ο Θεός με τον πλανήτη Γη», ανέφερε μια επιγραφή πάνω από την ταμειακή μηχανή ενός ελληνικού εστιατορίου του Σικάγο, όπου έτρωγα κάθε εβδομάδα για χρόνια. Η ζωντάνια της Ελλάδας είναι αυτή που μας γοητεύει όλους. Οι θεοί του Ολύμπου σίγουρα υπάρχουν ακόμα μέσα στους ανθρώπους, στα ονόματα που δίνουν στα παιδιά τους, στην ψυχή του τόπου. Το χαρακτηριστικό αυτό είναι που με φέρνει πίσω κάθε καλοκαίρι και με κάνει να ονειρεύομαι να ζήσω στην Κέρκυρα ή σ’ ένα άλλο ελληνικό νησί ξανά πολύ σύντομα. Πιστεύω πως είναι κομμάτι του ταξιδιού της ζωής μου να επιστρέφω στην Ελλάδα ξανά και ξανά, να ριζώνω βαθιά σ’ αυτή τη χώρα. Θα ευχαριστώ πάντα το Ίδρυμα Fulbright που με βοήθησε να εκπληρώσω αυτή μου τη μοίρα.
* H Κάρολ Μπέκερ είναι συγγραφέας και πρύτανης του Columbia University School of the Arts.
Πηγή: Καθημερινή 18-9-2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου